Strong's Exhaustive Concordance mite. Neuter of a derivative of the same as lepis; something scaled (light), i.e. A small coin -- mite. see GREEK lepis Forms and Transliterations ελεπτυνά ελέπτυναν ελέπτυνε ελέπτυνεν ελεπτύνθησαν λεπτα λεπτά λεπτὰ λεπταί λεπτή λεπτήν λεπτής λεπτοί λεπτον λεπτόν λεπτὸν λεπτού λεπτυνεί λεπτύνει λεπτυνείς λεπτύνον λεπτύνουσι λεπτυνώ λέπυρον λέσχαι lepta leptà lepton leptònLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |